- ἡμεροσκοπεῖον
- ἡμεροσκοπεῖονplace for watching by dayneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ημεροσκοπείον — Αποικιακή εγκατάσταση των αρχαίων Φωκαέων στην ανατολική ακτή της Ιβηρικής χερσονήσου, ΒΔ από το ακρωτήριο Νάο. Ήταν μικρός οικισμός που, όπως φαίνεται από την ονομασία του, τον χρησιμοποιούσαν ως παρατηρητήριο. Στην περιοχή του υπήρχε ιερό της… … Dictionary of Greek
ἡμεροσκοπεῖα — ἡμεροσκοπεῖον place for watching by day neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμεροσκοπείῳ — ἡμεροσκοπεῖον place for watching by day neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Hemeroskopeion — Saltar a navegación, búsqueda Contenido 1 Hemeroskopeion o ήμεροσκοπείον 2 1. El proceso de la pesca→ 3 2. Documentación epigráfica→ … Wikipedia Español
Hemeroscopio — Dianio Emporio de la Antigua Grecia Datos generales Habitantes griegos de Focea, romanos Idioma … Wikipedia Español
ημερ(ο)- — (AM ἡμερ(ο) ) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό έχει σχέση με την ημέρα ή έχει διάρκεια μιας ημέρας. ΣΥΝΘ. ημεράλωψ, ημερόβιος, ημεροδανειστής, ημεροκαλλίς, ημερολόγιο αρχ. ημερογράφος, ημεροδρόμης, ημεροδρομώ, ημεροειδής,… … Dictionary of Greek